Οικοδομική και αρχιτεκτονική στο Ακρωτήρι της Θήρας
Στο νότιο άκρο της Θήρας, στην περιοχή που σήμερα γνωρίζουμε με το τοπωνύμιο Ακρωτήρι, κατά την προϊστορική περίοδο υπήρξε ένας παραθαλάσσιος οικισμός που παρουσίασε μεγάλη άνθηση. Ο οικισμός ισοπεδώθηκε από σεισμό τον 17ο αι. π.Χ. και ξαναχτίστηκε, φθάνοντας στην απόλυτη ακμή του μέχρι την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης γύρω στα 1500 π.Χ., οπότε καλύφθηκε από την τέφρα της έκρηξης. Καλύπτει έκταση 200 στρεμμάτων και αποτελεί τον χώρο, όπου ο Σπ. Μαρινάτος εργάστηκε και ανέσκαψε μέχρι και τον θάνατό του το 1974, οπότε και τον διαδέχθηκε ο καθηγητής Χρ. Ντούμας.
Οι «εφευρέσεις» των Μυκηναίων
Κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, ήτοι από τα μέσα του 15ου έως τα τέλη του 13ου αι. π.Χ., το Αιγαίο πέλαγος, αλλά και εν γένει οι ακτές της ανατολικής Μεσογείου χαρακτηρίζονται από την παρουσία και την κυριαρχία των μυκηναϊκών οικισμών. Ο συγκεκριμένος πολιτισμός, η «ελληνικότητα» του οποίου είναι αδιαμφισβήτητη και επιβεβαιώνεται μέσω των γραπτών πηγών (με την αποκρυπτογράφηση της γραμμικής Β), ονομάζεται «Μυκηναϊκός», εξαιτίας της περιοχής που παρείχε τα πρώτα αρχαιολογικά υλικά κατάλοιπα και ενός εκ των σπουδαιότερων διοικητικών κέντρων του, δηλαδή την περιοχή των Μυκηνών, στον νομό Αργολίδας.
Μεγάλα όπλα των αρχαίων Ελλήνων και πολιορκία τειχών
Σύμφωνα με τον Όμηρο η χρήση των τοξοτών ήταν ένας άνανδρος τρόπος μάχης, καθώς έπλητταν τον εχθρό από μακριά και δεν έθεταν σε κίνδυνο τους εαυτούς τους στις μάχες σώμα με σώμα. Τα βέλη δεν ήταν φυσικά όπλα μαζικής καταστροφής, αλλά έδειχναν τον δρόμο που ο στρατός έπρεπε να ακολουθήσει.
Μόνο που δεν ήταν μόνο τα όπλα που χρησιμοποιούνταν στο πεδίο της μάχης, καθώς οι αρχαίοι λαοί επιδίδονταν και σε τακτικές πολέμου, που θα μπορούσε να θεωρήσει κάποιος πως είναι σύγχρονες εφευρέσεις. Κι όμως, ο χημικός και ο βιολογικός πόλεμος είναι πολύ παλαιότερες πρακτικές.
Η μεταλλοτεχνία στην ανθρώπινη ιστορία
Τα μέταλλα αποτελούν μια μεγάλη κατηγορία χημικών στοιχείων που παρουσιάζουν ορισμένες κοινές ιδιότητες. Τα βρίσκουμε ελεύθερα στη φύση ή ενωμένα και συνιστούν το βασικό αντικείμενο της μεταλλοτεχνίας. Η χρήση των μετάλλων συνδέεται απόλυτα με την εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού, ο οποίος οφείλει το έναυσμα του στην αξιοποίηση των πολύτιμων αυτών υλικών. Ο άνθρωπος μελέτησε και θα μελετά αδιάλειπτα τις ιδιότητες και τις δυνατότητες που του προσφέρουν τα μέταλλα. Το αποτέλεσμα των μακροχρόνιων ερευνών του είναι να έρχονται συνεχώς στην επιφάνεια καινούργια μέταλλα και κράματα μετάλλων με ποικίλες προοπτικές αξιοποίησης.
Η ναυπηγική στην αρχαία Ελλάδα και το Βυζάντιο
Κατά τους προϊστορικούς χρόνους, οι κάτοικοι του Ελλαδικού χώρου χρησιμοποιούσαν απλά μέσα μεταφοράς για να μετακινηθούν στη θάλασσα του Αιγαίου, αρχικά παράκτια και αργότερα στο ανοιχτό πέλαγος. Τα πλωτά μέσα προσδιορίζονταν από τα υλικά, τα εργαλεία με τα οποία επεξεργάζονταν αυτά τα υλικά και από τις τεχνολογικές δυνατότητες.
Η εξέλιξη στη ναυπηγική ήταν πολύ αργή έως την εποχή του Χαλκού (3000 π.Χ.), οπότε με την εμφάνιση των χάλκινων εργαλείων επιτυγχάνεται μια ραγδαία εξέλιξη. Οι πρώτες παραστάσεις πλοίων στην Κορφή τ’ Αρωνιού, στη Νάξο, όπως και τα πήλινα ομοιώματα πλοιαρίων στο Παλαίκαστρο της Κρήτης χρονολογούνται από την 3η χιλιετία π.Χ.
Μαρμαροτεχνία-Μαρμαρογλυπτική: Από τη Νεολιθική έως τη Βυζαντινή εποχή
Το μάρμαρο κατέχει ιδιαίτερη θέση στην τέχνη και την αρχιτεκτονική της Ελλάδας, από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι σήμερα.
Στα αρχαία ελληνικά ο όρος μάρμαρος λίθος χρησιμοποιόταν για να δηλώσει τον λαμπερό λίθο, αυτόν που οι αρχαίοι Έλληνες περιέγραφαν με τη φράση «πας λίθος εμπεριέχων απαστράπτοντας κρυστάλλους». Το μάρμαρο, με γεωλογικούς όρους, είναι πέτρωμα που έχει δημιουργηθεί από τη μεταμόρφωση ασβεστόλιθων ή δολομιτών, που έχουν αποκρυσταλλωθεί με γεωλογικές διεργασίες.
Το Αμφιάρειο του Ωρωπού
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Αμφιάραος είτε ήταν γιος του Μελάμποδα, που υπήρξε ο πρώτος μεταξύ των μάντεων, είτε του θεού Απόλλωνα, από τους οποίους φαίνεται πως κληρονόμησε τις μαντικές και ιαματικές του ικανότητες. Την ιστορία του Αμφιάραου σκιαγραφεί στην τραγωδία Επτά επί Θήβας ο Αισχύλος, στην οποία ο ποιητής μας αποκαλύπτει το πώς τελικά κατέληξε από θνητός να τιμάται ως θεός.
Απολογισμός των επιστατών των αγαλμάτων στο Ηφαιστείον
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΓΟΡΑ
Ο δημόσιος χώρος της Αρχαίας Αγοράς, βορειοδυτικά της Ακροπόλεως, άρχισε να διαμορφώνεται κατά την εποχή του Πεισίστρατου (6ος αι. π.Χ.), όταν η τυραννίδα ενίσχυσε και προώθησε την ανέγερση των πρώτων δημοσίων κτηρίων. Σταδιακά η περιοχή απέκτησε πολιτικό, θρησκευτικό και εμπορικό χαρακτήρα. Αποτέλεσε ένα σημείο συνάντησης εξέχουσας σημασίας για τον αθηναϊκό λαό, καθώς και τόπο γέννησης και ανάπτυξης του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Αρχαία Ελληνική Αγγειογραφία
Η κεραμική αποτελεί μια πλούσια και βασική πηγή πληροφοριών για την αρχαία Ελλάδα. Τα σωζόμενα δείγματά της έχουν υπάρξει αντικείμενο μελέτης, που οδήγησε σε σημαντικές πληροφορίες για τη θρησκεία, τη μυθολογία, το θέατρο και την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Ήδη από τα πρώιμα χρόνια οι πρώτες ύλες, οι οποίες ήταν αναγκαίες για την κατασκευή των κεραμικών, βρίσκονταν σε αφθονία στο ελληνικό έδαφος. Κύριο συστατικό τους υπήρξε το χώμα, το οποίο σε συνδυασμό με το νερό δημιουργούσε τον πηλό.
Επιγραφή για τους χάλκινους συνδέσμους των κιόνων της Φιλώνειας Στοάς
Στην αρχαιότητα, πριν από την κατασκευή ενός έργου ή κτηρίου δημοσίου κυρίως χαρακτήρα, διεξάγονταν συζητήσεις για θέματα που αφορούσαν τον σχεδιασμό του έργου, τη θέση του έργου, τα υλικά που θα χρησιμοποιηθούν, τον προϋπολογισμό του, κ.ά. Οι συζητήσεις αυτές λάμβαναν χώρα στην Εκκλησία του Δήμου και περνώντας από τον έλεγχο των αρμόδιων επιτροπών ή της Βουλής αποκτούσαν την ισχύ νόμου και καταγράφονταν ως επιγραφές. Οι συγκεκριμένες επιγραφές λειτουργούσαν κατά αναλογία με τις σημερινές συμβάσεις. Περιελάμβαναν, λοιπόν, την πλήρη περιγραφή του έργου, τα υλικά που θα χρησιμοποιούνταν καθώς και τις τιμές τους, γινόταν αναφορά στους εγγυητές, στους τρόπους πληρωμής, στα πρόστιμα που προβλέπονταν για τυχόν παραβάσεις, στους αρχιτέκτονες, τους τεχνίτες και τους εργάτες.
Περισσότερα...
Υφαντουργία - Αργαλειός
Υφαντουργία ονομάζεται η βιομηχανία παραγωγής υφασμάτων. Σήμερα η Ελλάδα αποτελεί μια από τις πιο προηγμένες υφαντουργικές χώρες. Στην κλωστοϋφαντουργία ξεπερνά τις προσδοκίες, καλύπτοντας τις ανάγκες της, αλλά παράλληλα παράγοντας και αξιοπρεπείς ποσότητες για εξαγωγή σε χώρες του εξωτερικού. Παρόλα αυτά η τέχνη της ύφανσης είναι γνωστή από την αρχαιότητα, από τα προϊστορικά κιόλας χρόνια και δημιουργήθηκε από την ανάγκη του ανθρώπου να αντικαταστήσει το δέρμα των ζώων, που χρησιμοποιούσε για να προστατεύεται από το κρύο, με πιο εύχρηστα υλικά.
Τα ψηφιδωτά
Η καταγωγή των ψηφιδωτών εντοπίζεται στη Μεσοποταμία ή την Ελλάδα. Ο λατινικός όρος «μωσαϊκό» ετυμολογείται από τις Μούσες και μια ιερή σπηλιά τους με ψηφιδωτά. Τον 5ο-4ο αι. π.Χ., τα ελληνικά ψηφιδωτά δάπεδα, που ήταν φτιαγμένα από βότσαλα, διακρίνονται για τη θαυμάσια απόδοση της λεπτομέρειας. Το πέρασμα από το στρογγυλεμένο βότσαλο στην κυβική ψηφίδα έγινε τον 3ο αι. π.Χ., πιθανότατα στην Αλεξάνδρεια. Γνωστή για τα ψηφιδωτά της υπήρξε η Πέργαμος, πατρίδα του μεγάλου καλλιτέχνη Σώσου. Τα έργα του περιέγραψε με τόση ακρίβεια ο Πλίνιος, ώστε αναγνωρίζουμε τα ρωμαϊκά τους αντίγραφα στην Ιταλία.
Αρχαίες Ελληνικές Τηλεπικοινωνίες
Ήδη από την αρχαιότητα, η ανάγκη για ταχεία μετάδοση πολλαπλών και διαφορετικών μηνυμάτων ήταν επιτακτική. Ιδιαίτερα σε περίοδο πολεμικών επιχειρήσεων, οι άνθρωποι αναζητούσαν μεθόδους ώστε να μπορούν να μεταδίδουν μηνύματα σε μεγάλη απόσταση, χωρίς να γίνονται αντιληπτά από τον εχθρό. Για τον λόγο αυτό, προχώρησαν στη δημιουργία κρυφών συστημάτων επικοινωνίας και κατασκευών ικανών να μεταδώσουν τέτοιου είδους κωδικοποιημένα μηνύματα. Συνεπώς, πέρα από τους αγγελιοφόρους που διένυαν μεγάλες αποστάσεις προκειμένου να μεταφέρουν μία είδηση, υπήρχαν και μηχανικά μέσα που διευκόλυναν την επικοινωνία.
Οι βασικότερες χρήσεις του λίθου από την Παλαιολιθική Εποχή έως το Βυζάντιο
ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΛΙΘΟΥ
Ο λίθος αποτελεί υλικό ελεύθερο στη φύση υπό μορφή ποικίλων πετρωμάτων, το οποίο εδώ και εκατομμύρια χρόνια εκμεταλλεύεται ο άνθρωπος. Μια ολόκληρη εποχή που διήρκησε περίπου από το 2,6 εκ. π.Χ. έως το 10000 π.Χ., ονομάστηκε Παλαιολιθική εξαιτίας της ευρείας χρήσης του. Εκείνο το διάστημα η κατεργασία του λίθου είχε αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό, τέτοιον που ο άνθρωπος μπορούσε να παράξει πλήθος εργαλείων και οπλών. Από απλούς χειροπέλεκεις, φολίδες και κροκάλες φθάνουμε σε ξέστρα, αιχμές και λεπίδες που έχουν υποστεί ιδιαίτερη επεξεργασία οδηγώντας στο συμπέρασμα ότι είχαν αναπτυχθεί ήδη συγκεκριμένες τεχνικές κατεργασίας (π.χ. τεχνική Λεβαλλουά).